Αναμνήσεις μιας ζωής

Petite Perle 300×250

Ο 90χρονος Γιώργος Χαχλιούτης τιμήθηκε από την πρεσβεία της Κορέας

Της Λίτσας Τσαντηράκη

Σε μία συγκινητική τελετή παρέστη πριν λίγες ημέρες ο 90χρονος Κρητικός βετεράνος του πολέμου της Κορέας Γιώργος Χαχλιούτης στο ξενοδοχείο Nana Beach, όπου τιμήθηκε από τον Κορεάτη πρέσβη στην Ελλάδα Mr Lim Soosuk και τον επίτιμο πρόξενο της Νότιας Κορέας στην Κρήτη, Αντώνη Καράτζη.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Γιώργος τιμάται, αλλά η τρίτη, αφού η Δημοκρατία της Κορέας αναγνωρίζει στο πρόσωπό του και στα πρόσωπα όλων των Κρητικών βετεράνων τη μεγάλη μάχη που έδωσαν και τη θυσία τους στον εμφύλιο πόλεμο της Κορέας.
Ο πρέσβης της Κορέας Mr. Lim Soosuk εξέφρασε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη για τους βετεράνους που πολέμησαν για την χώρα του και παρέθεσε γεύμα προς τιμήν τους.

«Αυτοί οι άνθρωποι δεν μας ξέχασαν. Τρεις φορές με έχουν τιμήσει με παράσημα. Και φέτος που πήγαμε στο ξενοδοχείο σηκώθηκε ο πρέσβης και η γυναίκα του και με φίλησαν. Με ρώτησαν αν έχω εγγόνια και μου είπαν να πάνε να σπουδάσουν στην Κορέα, με όλα τα έξοδα πληρωμένα. Κι εγώ αν θέλω να ταξιδέψω με τη γυναίκα μου, όλα θα τα πληρώσουν», μας λέει ο κάτοικος Καβροχωρίου κ. Γιώργος Χαχλιούτης με καταγωγή από τα Ανώγεια.

Οι μνήμες κατά τη συζήτησή μας ξύπνησαν και ο κυρ. Γιώργος "ξέθαψε" από το σεντούκι των αναμνήσεων, όσα έζησε στον εμφύλιο πόλεμο της Κορέας, αργότερα στην ξενιτιά για δουλειά στη Γερμανία και ακόμα πιο πίσω τα δραματικά χρόνια κατά την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής στα Ανώγεια.

Ο Ανωγειανός στον πόλεμο της Κορέας

Πολλά ήταν τα ερωτήματα σχετικά με την Κορέα. Πως ένας νεαρός από τα Ανώγεια βρέθηκε στην Κορέα και πως πήρε τη μεγάλη απόφαση να συμμετάσχει σε έναν πόλεμο εξηγεί ο κ. Γιώργος, που στα 22 του χρόνια βρέθηκε σε μία ξένη χώρα, σε μία εμπόλεμη ζώνη, στη μέση ενός εμφυλίου. Παιδί πολύτεκνης οικογένειας τη δεκαετία του '50 άφησε πίσω του γονείς και 5 αδέρφια (3 αγόρια και δύο κορίτσια) για το πρώτο του μεγάλο ταξίδι. Ένα ταξίδι που πήγαινε, αλλά όπως λέει δεν ήξερε αν θα επέστρεφε…
«Ήμουν φαντάρος στην Αθήνα. Από εκεί μας ρώτησαν ποιος ήθελε να πάει στον πόλεμο της Κορέας. Εγώ είπα αμέσως ναι. 29 μέρες ήμασταν μέσα στο καράβι για να φτάσουμε και από πάνω μας πετούσαν αεροπλάνα και μας προστάτευαν να μη μας σκοτώσουν». Και συνεχίζει: «Τι να' κανα παιδί μου; Πεινούσαμε. Πολεμούσαμε και στέλναμε τα λεφτά στην πατρίδα. Εγώ τα έστελνα στη μάνα μου και στον πατέρα μου. Με αυτά τάιζαν την υπόλοιπη οικογένεια. Ήμασταν πολλοί Έλληνες, αλλά οι περισσότεροι ήμασταν Κρητικοί».
Ο κυρ. Γιώργος έμεινε στην Κορέα περίπου δύο χρόνια και έφυγε από εκεί με το που τελείωσε ο πόλεμος το 1953. «Ήμουν στα αντιαρματικά και έριχνα βολές στον εχθρό. Όταν πρωτοέριξα δάκρυσα γιατί σκέφτηκα μήπως εσκότωσα κανέναν; Ευτυχώς δεν σκότωσα κάποιον. Δύσκολα χρόνια. Παραπάνω από 5-6 λεπτά δεν μπορούσαμε να μείνουμε έξω στη σκοπιά από το χιόνι. Παγώναμε και έρχονταν άλλοι και μας άλλαζαν. Κάναμε και παρέλαση με τη σημαία της Νότιας Κορέας. Τί να κάναμε; Πεινούσαμε εμείς, πεινούσαν και οι Κορεάτες. Μέχρι και τα άρβυλα μου έκλεψαν από την πολλή φτώχεια που είχαν».

«Πέρασα μια ζωή που ο Θεός να μην τη δίνει σε άνθρωπο»

Ξετυλίγοντας το κουβάρι της ζωής του ακόμη πιο πίσω έφτασε μέχρι την παιδική του ηλικία στα Ανώγεια.
Θυμήθηκε τους Γερμανούς να μπαίνουν στο χωριό το 1941, τη μάνα του, τα αδέρφια και τους συγχωριανούς του να "φεύγουν" ο ένας μετά τον άλλο.

«Μάνα οι Γερμανοί μπήκαν στο χωριό. "Σσς παιδί μου μη μας ακούσουν", μου έλεγε η συγχωρεμένη η μάνα μου και έκλαιγε. Κάποια στιγμή χτυπούν δυνατά την πόρτα. Αυτοί ήταν. Ρώτησαν τον πατέρα μου. "Όλα τα πίκουλα δικά σου είναι; Κλαίγαμε όλοι. Κι εγώ και τα αδέρφια μου. Ένας γερμανός μας είδε και μας λυπήθηκε. Έφυγαν. Δεν μας πείραξαν. Άλλους όμως συγχωριανούς μας τους πήραν και τους εκτέλεσαν. Έκλεψαν τα πάντα, δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Μόνο οι κεσταμπίτες γλίτωσαν».

Ο κυρ. Γιώργος συνεχίζει να εξιστορεί τη δύσκολη παιδική ηλικία που πέρασε.

Το μυαλό του εκείνες τις στιγμές βυθίστηκε σε σκέψεις, ταξίδεψε στο χρόνο και έφερε μπροστά του στιγμές περασμένες.
«Άσε παιδί μου, δεν είχαμε ψωμί να φάμε. Όλοι πεινούσαμε. Ο παπά-Γιάννης ο Σκουλάς ο μακαρίτης, μου είχε κάνει την καλή χέρα και τα είχα κρύψει. Με αυτά πήγε η μάνα μου και ψώνισε. Όλες οι γυναίκες τότε πήγαιναν στον μπακάλη βερεσέ. Πείνα και κλάμα. Αυτά θυμάμαι από τα Ανώγεια. Ένα χωριό με μαύρα τσεμπέρια. Γυναικόπαιδα μόνο και λίγοι παππούδες».

Σταμάτησε για λίγο. Παίρνει μία χαρτοπετσέτα και σκουπίζει τα μάτια, ενώ ένας κόμπος στο λαιμό "έκοψε" σχεδόν τη φωνή του… «Άσε παιδί μου, πέρασα μια ζωή που ο Θεός να μην τη δίνει σε άνθρωπο…», συνεχίζει, ενώ δεν μπορεί να κρατήσει τα δάκρυά του.

Η ξενιτιά και η οικογένεια

Συγκινημένος ο κυρ. Γιώργος θυμάται και διηγείται τα χρόνια που πέρασε στη Γερμανία, που για οικονομικούς πάλι λόγους αναγκάστηκε να ξενιτευτεί και να αναζητήσει τρόπους διαβίωσης.

«Γύρισα στα Ανώγεια μετά τον πόλεμο της Κορέας. Δεν είχα δουλειά. Δύσκολα πάλι τα χρόνια. Έκατσα λίγο καιρό και πήρα τότε την απόφαση να πάω για δουλειά στη Γερμανία. Με παρακαλούσαν οι γονείς μου να μην πάω. Είχα λίγα χρήματα πάνω μου και τους τα έδωσα για να ταϊσουν τα αδέρφια μου. Η συγχωρεμένη η μάνα μου έκλαιγε και με παρακαλούσε να μην φύγω. Μετά μου έδωσε την ευχή της και έτσι ξενιτεύτηκα πάλι. Πήγα πρώτα στα Χανιά και βρήκα έναν Γερμανό που κανόνιζε ποιος θα φύγει. Άλλους δεν τους στέλνανε. Εγώ τον παρακάλεσα και με έστειλε. Στην αρχή πετούσα καλοριφέρ. Όλη μέρα δούλευα. Έτρεμα από την κούραση. Μετά πήγα στο υγρό σίδερο. Πολλή δουλειά, αλλά καλά λεφτά. Με τα λεφτά που έπαιρνα τότε, μπορούσα να αγοράσω το μισό Καβροχώρι…».

Η μοίρα του όμως παρ' όλες τις κακουχίες και τη δυστυχία, του επεφύλαξε καλή συνέχεια. Η ζωή του άλλαξε όταν επέστρεψε από τη Γερμανία.

«Αρραβωνιάστηκα 34 χρονών με προξενιό. Ευτυχώς η ζωή από εκεί και πέρα, μου τα πήγε καλά. Έχω 3 κόρες, 9 εγγόνια και 5 δισέγγονα. Τα παιδιά μου είναι Θεού παιδιά. Η μια μένει στη Γεράπετρο, η άλλη στη Νεάπολη και η άλλη στην Τύλισο. Πέρασα πολλά, παιδί μου, μέχρι τη Γερμανία. Μετά φτιάξαμε το σπιτικό μας και στέσαμε μια καλή οικογένεια. Να έχουν την ευχή μου και τα παιδιά και τα δισέγγονά μου».

Ροή ειδήσεων - ΡΟΗ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ