Μια νέα διεθνής μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications αποκαλύπτει ότι η μικροβιακή αντοχή είναι πολύ πιο διαδεδομένη παγκοσμίως από όσο θεωρούνταν μέχρι σήμερα. Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε 1.240 δείγματα λυμάτων από 351 πόλεις σε 111 χώρες, καταγράφοντας εκτεταμένη παρουσία λανθανόντων γονιδίων αντοχής, τα οποία –αν και δεν αποτελούν άμεσο κίνδυνο– ενδέχεται στο μέλλον να εξελιχθούν σε προβληματικά επίκτητα γονίδια.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα λανθάνοντα γονίδια εμφανίζονται με πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική διασπορά από τα ήδη ενεργά γονίδια, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη για ενισχυμένη διεθνή επιτήρηση μέσω της ανάλυσης λυμάτων. Οι ερευνητές υπενθυμίζουν ότι γονίδια φυσικής αντοχής βρίσκονται σε έδαφος, νερά, ζώα και ανθρώπους, όμως η εκτεταμένη χρήση αντιβιοτικών και οι περιβαλλοντικές πιέσεις έχουν οδηγήσει την αντοχή σε επίπεδα που ο ΠΟΥ χαρακτηρίζει πλέον «πανδημία».
Η έρευνα τονίζει ότι η παρακολούθηση εστιάζει συνήθως στα επίκτητα γονίδια που μπορούν ήδη να μεταφέρονται μεταξύ βακτηρίων, περιπλέκοντας τη θεραπεία λοιμώξεων. Τα λανθάνοντα γονίδια, αντίθετα, δεν είναι σαφές αν θα αποκτήσουν τη δυνατότητα μεταφοράς στο περιβάλλον, ωστόσο η χαρτογράφησή τους δίνει πολύτιμη εικόνα για το πού αναπτύσσεται και πώς εξαπλώνεται η μικροβιακή αντοχή.
Η ερευνήτρια Χάνα-Μαρί Μαρτίνι εξηγεί ότι η ταυτόχρονη παρακολούθηση και των δύο κατηγοριών γονιδίων επιτρέπει καλύτερη στόχευση παγκόσμιων στρατηγικών κατά της μικροβιακής αντοχής. Αν και η πλειονότητα των λανθανόντων γονιδίων δεν θεωρείται επικίνδυνη, ορισμένα ενδέχεται να προκαλέσουν μελλοντικά προβλήματα και η έγκαιρη ταυτοποίησή τους μπορεί να βοηθήσει στον σχεδιασμό θεραπειών και αντιβιοτικών της επόμενης γενιάς.
Η μελέτη ενισχύει τη διεθνή συζήτηση για την ανάγκη καθολικής επιτήρησης μέσω λυμάτων, ως εργαλείου πρώιμης προειδοποίησης για την εξέλιξη της μικροβιακής αντοχής – ενός από τα σημαντικότερα ζητήματα δημόσιας υγείας του 21ου αιώνα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


